Είναι η χειρουργική επέμβαση που στόχο έχει την ελάττωση της ενδοφθάλμιας πίεσης σε ασθενείς με γλαύκωμα. Με την επέμβαση ο χειρουργός δημιουργεί επικοινωνία του πρόσθιου τμήματος του ματιού (πρόσθιος θάλαμος), μέσα στον οποίο κυκλοφορεί το υδατοειδές υγρό και του χώρου κάτω από τον επιπεφυκότα (ο εξωτερικός χιτώνας του ματιού). Με τον τρόπο αυτό παροχετεύεται το υδατοειδές υγρό όταν για κάποιο λόγο υπάρχει παρακώλυση της παροχέτευσής του με το φυσικό τρόπο, μέσω της δημιουργούμενης από το χειρουργό διηθητικής αμπούλας.
Καταρχάς μπορεί να πραγματοποιηθεί σε όλους τους τύπους γλαυκώματος. Παρόλ’αυτά εναλλακτικοί τρόποι θεραπείας του γλαυκώματος (τοπική φαρμακευτική αγωγή, SLT κ.α.) είναι προτιμητέοι έναντι της επέμβασης. Όταν οι υπόλοιποι τρόποι θεραπείας αποτύχουν να ρυθμίσoυν το γλαύκωμα, τότε η χειρουργική επέμβαση προσφέρει λύση στο πρόβλημα.
Η επέμβαση πραγματοποιείται συνήθως υπό τοπική αναισθησία (σταγόνες και παραβόλβια αναισθησία) και με ήπια μέθη. Επομένως ο ασθενής είναι ξύπνιος, αλλά δεν νιώθει πόνο και stress κατά τη διάρκεια της επέμβασης.
Η διάρκεια της επέμβασης από έναν έμπειρο εξειδικευμένο χειρουργό διαρκεί συνολικά γύρω στη μία ώρα. Μετά το τέλος της επέμβασης δίνονται αναλυτικές οδηγίες και ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι του μετά από λίγη ώρα.
Είναι φυσιολογικό η όραση να είναι θολή και να υπάρχει ήπιος πόνος μετά την επέμβαση. Η θόλωση της όρασης μπορεί να διαρκέσει από μία μέχρι δύο εβδομάδες μετά την επέμβαση και μετά σταδιακά βελτιώνεται. Μπορεί να χρειαστούν έως και τρείς μήνες μέχρι το μάτι να επανέλθει απόλυτα. Η ενόχληση μετά το χειρουργείο οφείλεται εν μέρει στους ίδιους τους χειρουργικούς χειρισμούς, αλλά και στα ράμματα που μπαίνουν στο μάτι (τα οποία αφαιρούνται εύκολα στο ιατρείο, υπό τοπική αναισθησία, με κολλύριο σε 2-3 εβδμάδες μετά την επέμβαση). Μετά την αφαίρεση των ραμμάτων ο ασθενής νιώθει πιο καλά.
Θα σας δοθούν κολλύρια τα οποία θα ενσταλάζετε στο χειρουργημένο μάτι ανά τακτά χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της ημέρας σύμφωνα με τις οδηγίες του χειρουργού. Θα χρειαστεί να επισκέπτεστει το χειρουργό σας μία φορά την εβδομάδα για τον πρώτο μήνα (μπορεί και συχνότερα αν η ενδοφθάλμια πίεση είναι πολύ υψηλή ή πολύ χαμηλή). Σε αυτό το διάστημα αφαιρούνται και τα ράμματα ή γίνονται τροποποιήσεις στη φαρμακευτική αγωγή αναλόγως των αναγκών. Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί πιο επεμβατική παρέμβαση από το χειρουργό, όπως η διάνοιξη των συνεχειών στη διηθητική αμπούλα (needling) υπό τοπική αναισθησία.
Επιβάλλεται η αποφυγή έντονης άσκησης στην αρχική μετεγχειρητική περίοδο, συμπεριλαμβανομένης της κολύμβησης, του τρεξίματος, των αθλημάτων που περιλαμβάνουν έντονη κίνηση ή επαφή. Επίσης πρέπει να αποφεύγεται το σκύψιμο. Επιτρέπεται η τηλεόραση και το διάβασμα καθώς επίσης και η πτήση με αεροπλάνοι.
Αν και για αυτή την απάντηση παίζουν ρόλο διάφοροι παράγοντες, όπως η φύση της δουλειάς και η κατάσταση της όρασης και της πίεσης του χειρουργημένου ματιού, συνήθως για κάποιον που εργάζεται σε γραφείο χρειάζονται 2 εβδομάδες άδεια. Αν η εργασία είναι βαριά και το εργασιακό περιβάλλον δεν είναι καθαρό, τότε μπορεί να απαιτηθεί ένας μήνας ή και παραπάνω αποχή από τα εργασιακά καθήκοντα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι επιτυχία για αυτή την επέμβαση θεωρείται ο έλεγχος της ενδοφθάλμιας πίεσης και η παραμονή της σε χαμηλά επίπεδα χωρίς την ανάγκη πρόσθετης αγωγής. Τα ποσοστά επιτυχίας εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες όπως ο τύπος του γλαυκώματος, το προηγούμενο ιστορικό, η φυλή, η ηλικία κ.α. Μία μελέτη έδειξε ότι το 90 % των ασθενών που είχαν υποβληθεί σε τραμπεκουλεκτομή είχε ελεγχόμενη πίεση και 20 χρόνια μετεγχειρητικά. Σε ένα ποσοστό γύρω στο 15-20% θα ξαναχρειαστεί κατά τη διάρκεια της ζωής τους κάποιου είδους επέμβαση για τον έλεγχο της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Σοβαρές επιπλοκές είναι σπάνιες και μπορεί να συμβούν αν η ενδοφθάλμια πίεση πέσει πολύ χαμηλά ή πολύ γρήγορα στην αρχική μετεγχειρητική περίοδο. Η πολύ χαμηλή ενδοφθάλμια πίεση μπορεί να οδηγήσει σε αιμορραγία στο πίσω μέρος του ματιού (χοριοειδική αιμορραγία). Ο ασθενής συνήθως σε αυτήν την περίπτωση δεν νιώθει πόνο, αλλά μπορεί και να εμφανίσει έναν ήπιο πόνο ή αίσθημα παλμών στο μάτι. Σε περίπτωση λοιπόν που παρατηρήσετε έντονη θόλωση ή παραμόρφωση στην όρασή σας ή κάτι σαν μετακινούμενη κουρτίνα στο οπτικό σας πεδίο, χρειάζεται άμεσα να επισκεφθείτε το χειρουργό σας ώστε να αντιμετωπιστεί γρήγορα και αποτελεσματικά η επιπλοκή. Άλλες επιπλοκές από την τραμπεκουλεκτομή είναι η μόλυνση, το αίσθημα ενόχλησης και ο καταρράκτης. Η πιθανότητα μόλυνσης μετά το χειρουργείο, με σωστή χρήση των κολλυρίων που έχουν δοθεί είναι σπανιότατη. Γενικώς ο κίνδυνος μόλυνσης μετεγχειρητικά είναι ελαφρά αυξημένος κατά την διάρκεια της ζωής του ασθενούς, αλλά με την κατάλληλη αγωγή και παρέμβαση από τον οφθαλμίατρο αποφεύγεται η σοβαρή και απειλητική για την όραση μόλυνση. Αίσθημα ενόχλησης μπορεί να προκληθεί από τη μεγέθυνση της διηθητικής αμπούλας κάτω από το βλέφαρο, που μπορεί να το ανασηκώσει ή να το κάνει πτωτικό ή και να προκαλέσει ξηροφθαλμία (λόγω του ότι παρεμποδίζει τη σωστή λειτουργία της δακρυϊκής στιβάδας). Αυτό είναι κάτι που ο οφθαλμίατρος μπορεί να αντιμετωπίσει ακόμα και χειρουργικά αν χρειαστεί (να μικρύνει τη διηθητική αμπούλα). Τέλος ο καταρράκτης είναι μία ακόμα επιπλοκή εύκολα αντιμετωπίσιμη από τον έμπειρο χειρουργό οφθαλμίατρο.
Γενικώς στη σύγχρονη οφθαλμολογία αποφεύγουμε να χειρουργούμε ταυτόχρονα για διαφορετικές παθήσεις το μάτι, εκτός και αν καταστεί αναγκαίο από άλλους παράγοντες. Συνήθως επιλέγουμε να χειρουργήσουμε πρώτα τον καταρράκτη. Αυτό το κάνουμε διότι η επέμβαση του καταρράκτη καθίσταται πιο δύσκολη μετά από μία επέμβαση τραμπεκουλεκτομής και υπάρχει πιθανότητα να χαλάσει το χειρουργικό αποτέλεσμα της δεύτερης μετά την επέμβαση του καταρράκτη. Επίσης η επέμβαση του καταρράκτη από μόνη της μειώνει την ενδοφθάλμια πίεση (λειτουργεί δηλαδή σε ένα βαθμό σαν αντιγλαυκωματική επέμβαση) και μπορεί να μην χρειαστεί εντέλει άλλη αντιγλαυκωματική επέμβαση. Παρόλ’αυτά αν η εδοφθάλμια πίεση μετά την εξαίρεση του καταρράκτη δεν έχει μειωθεί σε ικανοποιητικά επίπεδα, τότε θα χρειαστεί και η τραμπεκουλεκτομή, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί σύντομα μετά την επέμβαση του καταρράκτη.