Ή αλλιώς τεμπέλικο μάτι
Τι είναι και πώς μπορούμε να την αποτρέψουμε;
Υπό φυσιολογικές συνθήκες τα μάτια και ο εγκέφαλος συνεργάζονται για να παράγουν την αίσθηση της όρασης. Τα μάτια εστιάζουν τις προσπίπτουσες σε αυτά ακτίνες του φωτός στον αμφιβληστροειδή (το πίσω μέρος του ματιού) και από εκεί τα φωτοδεκτικά κύτταρα στέλνουν νευρικά σήματα μέσω των οπτικών νεύρων στον ινιακό λοβό του εγκεφάλου. Ουσιαστικά, κοιτάζουμε με τα μάτια, αλλά βλέπουμε με τον εγκέφαλο. Με άλλα λόγια, τα μάτια στέλνουν οπτικά μηνύματα στον εγκέφαλο για να εκπαιδευθούν τα οπτικά του κέντρα. Αμβλυωπία λοιπόν είναι ο ιατρικός όρος που χρησιμοποιείται όταν υπάρχει ελάττωση της όρασης ενός εκ των δύο ματιών, επειδή δεν υπάρχει σωστή συνεργασία του συγκεκριμένου ματιού με τον εγκέφαλο. Αυτό το μάτι καλείται και «τεμπέλικο». Η αμβλυωπία είναι η πιο κοινή αιτία μονόφθαλμης ελάττωσης της όρασης μεταξύ νέων και μέσης ηλικίας ατόμων. Μάλιστα στα παιδιά η αμβλυωπία έχει επίπτωση 2-3 %. Αν δεν θεραπευθεί επιτυχώς μέχρι την ηλικία των 6-7 ετών, τότε η ελαττωμένη όραση του αμβλυωπικού ματιού είναι πολύ πιθανό να παραμένει και μετά την ενηλικίωση.
Τι προκαλεί αμβλυωπία;
Αμβλυωπία μπορεί να προκαλέσει οποιαδήποτε κατάσταση αποτρέπει το μάτι να εστιάζει καθαρά σε κάποιο στόχο. Στην περίπτωση που τα οπτικά μηνύματα που καταφθάνουν στον εγκέφαλο από ένα μάτι δεν είναι κατάλληλα, τότε τα οπτικά κέντρα δεν εκπαιδεύονται να βλέπουν καθαρά και έτσι η όραση παραμένει θολή. Εάν τα πρώτα χρόνια της ζωής ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει καθαρές οπτικές εικόνες από το ένα μάτι, ώστε να μάθει να τις αποκρυπτογραφεί, αναλύει, μεταφράζει σε οπτική πληροφορία, τότε δημιουργείται αμβλυωπία σε αυτό το μάτι.
Υπάρχουν 3 βασικοί τύποι της αμβλυωπίας
- Στραβισμική αμβλυωπία: οφείλεται σε κακή ευθυγράμμιση των ματιών (στραβισμός – συνήθως το μάτι που παρεκκλίνει παρουσιάζει την πάθηση),
- Εξ’ ανοψίας αμβλυωπία (αποκλεισμός του οπτικού άξονα του ματιού): κάθε πάθηση που εμποδίζει την είσοδο των οπτικών ερεθισμάτων στο μάτι (π.χ. βλεφαρόπτωση, θόλωση του κερατοειδούς,καταρράκτης)
- Διαθλαστική αμβλυωπία:εξαιτίας υψηλών διαθλαστικών ανωμαλιών (μυωπία, υπερμετρωπία, αστιγματισμός) ή ανισομετρωπίας (διαφορά διάθλασης στους 2 οφθαλμούς)
Ανάλογα με τα αίτια της αμβλυωπίας, η βαρύτητά της ποικίλει από ήπια σε σοβαρή. Τις περισσότερες φορές η διάγνωση της αμβλυωπίας γίνεται σε τυχαία προληπτική οφθαλμολογική εξέταση. Για το λόγο αυτό, οι προληπτικοί οφθαλμολογικοί έλεγχοι στις προσχολικές ηλικίες κρίνονται επιβεβλημένοι.
Πως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την αμβλυωπία;
Η αμβλυωπία εάν βρεθεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ανατάσσεται, και η όραση βελτιώνεται θεαματικά. Η περισσότερο διαδεδομένη (και πιστοποιημένη) θεραπεία είναι η μέθοδος κάλυψης του «δυνατού» ματιού, για την «εκγύμναση» του άλλου. Η θεραπεία πρέπει να εξατομικεύεται σε κάθε περίπτωση. Δύο με τρεις ώρες κάλυψης της ημέρα έχουν αποδειχθεί αρκετές εάν και εφόσον η αμβλυωπία δεν είναι πολύ μεγάλη και η ηλικία του παιδιού μεταξύ 3 και 7 ετών. Η συνεχής παρακολούθηση από τον οφθαλμίατρο είναι απαραίτητη, για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητάς της μεθόδου και την αποφυγή ανάπτυξης αμβλυωπίας στο φυσιολογικό μάτι. Εφόσον χρειάζεται η χρήση γυαλιών, τότε αυτά πρέπει να συνταγογραφούνται και να τα φοράει το παιδί σε όλες του τις δραστηριότητες. Αξίζει να σημειωθεί πως η αποκατάσταση της όρασης σε 10/10 δεν είναι πάντα εφικτή στην θεραπεία της αμβλυωπίας. Εάν ένα παιδί αντιστέκεται στη χρήση των ειδικών τσιρότων επικάλυψης, τότε υπάρχουν και άλλες λύσεις που μπορεί να συστήσει ο παιδοφθαλμίατρος (π.χ. σταγόνες ατροπίνης, κάλυψη του γυαλιού κ.ά.)
Η όραση ενός παιδιού με αμβλυωπία μπορεί να βελτιωθεί με γυαλιά;
Ναι μπορεί, αλλά πιθανόν να μην μπορούν να βελτιώσουν την οπτική οξύτητα μέχρι 10/10. Λόγω της αμβλυωπίας, ο εγκέφαλος έχει μάθει να βλέπει μια θολή εικόνα με το αδύναμο μάτι και δεν μπορεί να ερμηνεύσει την καθαρή εικόνα που δημιουργούν τα γυαλιά. Με τον καιρό όμως, ο εγκέφαλος μπορεί να «ξαναμάθει» πώς να βλέπει και η όραση μπορεί να αυξηθεί. Για το λόγο αυτό, στο καλό μάτι εφαρμόζεται θεραπεία κάλυψης (patching) ή με κολλύρια, ώστε το αμβλυωπικό (αδύναμο) μάτι να γίνει πιο δυνατό.
Τι γίνεται αν το παιδί έχει μεγάλους βαθμούς υπερμετρωπίας ή / και αστιγματισμού και στα δύο μάτια και πάσχει από αμφοτερόπλευρη αμβλυωπία;
Η αμφοτερόπλευρη αμβλυωπία αντιμετωπίζεται συνήθως πρώιμα με γυαλιά ή και φακούς επαφής και με παρακολούθηση για μακρύ χρονικό διάστημα. Εάν υπάρχει ασύμμετρη αμβλυωπία (ένα μάτι καλύτερο από το άλλο), τότε εφαρμόζεται κάλυψη ή μπορούν να προστεθούν σταγόνες ατροπίνης στο καλύτερο μάτι.
Πότε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται η αμβλυωπία;
Η έγκαιρη θεραπεία είναι πάντοτε καλύτερη. Εάν είναι απαραίτητο, τα παιδιά με διαθλαστικές ανωμαλίες (μυωπία, υπερμετρωπία ή αστιγματισμό) μπορεί να αρχίσουν να φορούν γυαλιά ή φακούς επαφής, ακόμη και λίγο μετά τη γέννησή τους. Τα παιδιά με καταρράκτη ή άλλες καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν αμβλυωπία, πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η ανάπτυξη της αμβλυωπίας.
Πόσο διαρκεί η θεραπεία της αμβλυωπίας και πότε φαίνονται τα θετικά αποτελέσματα της κάλυψης;
Παρά το γεγονός ότι η βελτίωση της όρασης εμφανίζεται συχνά μέσα σε λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας κάλυψης, τα βέλτιστα αποτελέσματα συχνά παρουσιάζονται μετά από πολλούς μήνες. Μόλις η όραση βελτιωθεί, πιθανόν να χρειαστεί κάλυψη για λίγες ώρες (θεραπεία συντήρησης) ή περιοδική χρήση των σταγόνων ατροπίνης, ώστε να διατηρηθεί σταθερή η όραση. Αυτή η θεραπεία συντήρησης μπορεί να γίνεται για αρκετούς μήνες.
Κατά τη διάρκεια της κάλυψης τι είδους δραστηριότητες συνιστώνται;
Το είδος των δραστηριοτήτων που θα κάνει το παιδί δεν είναι τόσο σημαντικό, σε σχέση με την ανάγκη να φοράει το κάλυπτρο τις προβλεπόμενες ώρες. Όσο το παιδί έχει τα μάτια του ανοιχτά, τα οπτικά ερεθίσματα θα υποβληθούν σε επεξεργασία από το αμβλυωπικό μάτι. Από την άλλη, το παιδί πιθανόν είναι πιο συνεργάσιμο αν η κάλυψη εκτελείται κατά τη διάρκεια ορισμένων αγαπημένων δραστηριοτήτων (όπως τηλεόραση ή χρήση Η/Υ ή tablet).Μερικοί επιστήμονες πιστεύουν ότι η κάλυψη έχει καλύτερα αποτελέσματα κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων όπως η ανάγνωση, η ζωγραφική, τα παιχνίδια στον υπολογιστή, επειδή ίσως διεγείρουν περισσότερο τον εγκέφαλο και οδηγούν σε καλύτερη ή ταχύτερη ανάκτηση της όρασης.
Θα πρέπει να γίνεται κάλυψη κατά τη διάρκεια των σχολικών ωρών;
Σε πολλές περιπτώσεις, το σχολείο είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για κάλυψη, καθώς εκμεταλλευόμαστε την πειθαρχία που προσφέρει. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν χρειάζεται να γίνουν κάποιες αλλαγές στο πρόγραμμα των παιδιών που κάνουν κάλυψη. Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί να κάτσουν στην πρώτη σειρά κοντά στον πίνακα. Εάν το παιδί, ο δάσκαλος και οι συμμαθητές εκπαιδεύονται κατάλληλα, η κάλυψη στο σχολείο δεν είναι δύσκολη.
Μπορεί να πραγματοποιηθεί χειρουργική επέμβαση για τη θεραπεία της αμβλυωπίας;
Η χειρουργική επέμβαση στους μυς των ματιών είναι μια θεραπεία για το στραβισμό, και μπορεί να διορθώσει την απόκλιση. Από μόνη της, ωστόσο, η χειρουργική επέμβαση δεν μπορεί να βοηθήσει στην αμβλυωπία. Η χειρουργική επέμβαση για να ευθυγραμμιστούν τα μάτια μπορεί να βοηθήσει μόνο όταν τα μάτια εργάζονται μαζί σαν ομάδα. Τα παιδιά με αμβλυωπία που στραβίζουν εξακολουθούν να χρειάζονται στενή παρακολούθηση και θεραπεία για την αμβλυωπία, και αυτή η θεραπεία για την αμβλυωπία γίνεται συνήθως πριν από την χειρουργική επέμβαση του στραβισμού.
Εξαίρεση αποτελούν τα παιδιά που έχουν γεννηθεί με καταρράκτη και χρειάζονται πρώιμα χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του καταρράκτη. Μετά την επέμβαση, το παιδί χρειάζεται συνήθως διόρθωση της όρασης με γυαλιά ή φακούς επαφής και κάλυψη.
Τι θα συμβεί αν η θεραπεία της αμβλυωπίας δεν έχει αποτέλεσμα;
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η θεραπεία της αμβλυωπίας δεν μπορεί να επιτύχει ουσιαστική βελτίωση της όρασης. Είναι δύσκολο να παρθεί η απόφαση για διακοπή της θεραπείας, αλλά μερικές φορές είναι καλύτερο για το παιδί και την οικογένεια. Τα παιδιά που έχουν αμβλυωπία στο ένα μάτι και καλή όραση μόνο στο άλλο μάτι, συνιστάται να φορούν προστατευτικά γυαλιά και αθλητικά γυαλιά για να προστατεύουν το φυσιολογικό μάτι από πιθανό τραυματισμό. Εφόσον το καλό μάτι παραμένει υγιές, αυτά τα παιδιά δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα στις περισσότερες συνηθισμένες δραστηριότητες.
Επιπεφυκίτιδα
Τι είναι επιπεφυκίτιδα;
Πρόκειται για μία φλεγμονή του διαφανούς ιστού που βρίσκεται εξωτερικά στο βολβό και καλύπτει το άσπρο του ματιού (τον σκληρό χιτώνα), του επιπεφυκότα.
Ποια είναι τα αίτια της επιπεφυκίτιδας;
- Λοιμώδη ( βακτήρια, ιοί, γονόκοκκος, χλαμύδια)
- Αλλεργία
- Χημικά
- Ξένα σώματα
Ποια είναι τα συμπτώματα της επιπεφυκίτιδας;
- Ροζ εμφάνιση του ματιού που πάσχει (λόγω υπεραιμίας και αγγειοδιαστολής στον επιπεφυκότα)
- Εκκρίσεις (τσίμπλες)
- Δακρύρροια
- Κολλημένα βλέφαρα το πρωί (ιδίως στις λοιμώδους αιτιολογίας)
- Ευαισθησία στο φως
- Αίσθημα καύσου/ ξένου σώματος
- Κνησμός (ιδιαίτερα στην αλλεργική επιπεφυκίτιδα)
Τα συμπτώματα διαφοροποιούνται ανάλογα με το αίτιο της επιπεφυκίτιδας. Ο οφθαλμίατρός σας είναι εκείνος που με μία απλή οφθαλμολογική εξέταση θα βάλει τη διάγνωση και θα χορηγήσει την κατάλληλη αγωγή.
Πώς θεραπεύεται η επιπεφυκίτιδα;
Αναλόγως του αιτίου της επιπεφυκίτιδας διαφοροποιείται και η αγωγή, η οποία είναι συνήθως με τη μορφή σταγόνων ή οφθαλμικής αλοιφής/γέλης και σε κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί και αγωγή από το στόμα. Επειδή λοιπόν η θεραπεία δεν είναι ίδια για όλα τα είδη επιπεφυκίτιδας, η επίσκεψη στον οφθαλμίατρο είναι απαραίτητη για τη σωστή αντιμετώπισή της.
Πρόκειται για μία εκφυλιστική νόσο της ωχράς κηλίδας του ματιού. Η ωχρά κηλίδα είναι ένα μικρό ανατομικό σημείο του αμφιβληστροειδούς (πίσω μέρος του ματιού), που είναι υπεύθυνο για την κεντρική και τη λεπτομερή όραση.
Ποια είναι τα συμπτώματα που μπορεί να δώσει;
Θολή όραση, σκοτεινές περιοχές στην κεντρική όραση ή παραμόρφωσή της, ως και πλήρη απώλεια αυτής. Συνήθως δεν πλήττει την περιφερειακή όραση. Για παράδειγμα σε προχωρημένη εκφύλιση της ωχράς κηλίδας μπορεί ο ασθενής να δει το περίγραμμα του ρολογιού του, αλλά να μην είναι σε θέση να δει τους δείκτες του ρολογιού και άρα την ώρα.
Σε τι ηλικία μπορεί να εμφανιστεί;
Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι άνω των 50 ετών έχουν έστω και ένα μικρό Drusen στην ωχρά κηλίδα στα πλαίσια της γενικότερης γήρανσης. Ωστόσο δεν εξελίσσεται σε όλους με τον ίδιο τρόπο.
Ποιοι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας;
Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας αφορά-όπως λέει και το όνομά της- άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Όσο μεγαλύτερη η ηλικία, τόσο μεγαλύτερος και ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου. Μία μεγάλη μελέτη έδειξε ότι ο κίνδυνος εμφάνισης ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς από 2% που είναι στη μέση ηλικία (50 έτη) φτάνει στο 30% σε άτομα μεγαλύτερα από 76 έτη.
Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι:
- Το κάπνισμα και η αρτηριακή υπέρταση: συνδέονται με αύξηση του κινδύνου ιδίως για υγρή μορφή της νόσου.
- Παχυσαρκία: Έρευνες έχουν δείξει ότι η παχυσαρκία μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο μετάπτωσης της ήπιας μορφής σε πιο προχωρημένα στάδια
- Επίπεδα χοληστερόλης εκτός φυσιολογικών ορίων: Αυξάνουν επίσης τον κίνδυνο εκφύλισης της ωχράς κηλίδας
- Φυλή:Η Καυκάσια φυλή διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας.
- Οικογενειακό ιστορικό: Όσοι έχουν συγγενείς, κυρίως α’ βαθμού με κάποιας μορφής ηλικιακή εκφύλισης της ωχράς κηλίδας διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
- Φύλο: Οι γυναίκες φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τους άντρες.
Υπάρχουν διάφορα είδη ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας;
Ναι υπάρχουν δύο είδη, η ξηρή και η υγρή μορφή. Η ξηρή μορφή είναι η συνηθέστερη εκ των δύο. Χαρακτηριστικό της ξηρής μορφής είναι η απουσία νεοαγγείωσης και υγρού στον αμφιβληστροειδή. Η κεντρική όραση επηρεάζεται σταδιακά. Οι ασθενείς αν και μπορεί να έχουν σχετικά καλή οπτική οξύτητα μπορεί να βιώνουν άλλες λειτουργικές δυσκολίες, όπως αυξομείωση της όρασής τους, δυσκολία στο διάβασμα εξαιτίας της περιορισμένης κεντρικής τους όρασης, ελαττωμένη όραση τη νύχτα ή σε αμυδρό φωτισμό.
Η δυσλειτουργία του αμφιβληστροειδούς σε αυτόν τον τύπο εκφύλισης της ωχράς οδηγεί στη συσσώρευση υπό τον αμφιβληστροειδή μικρών κίτρινων εναποθέσεων, τα λεγόμενα Drusen. Το γεγονός αυτό οδηγεί στη λέπτυνση του αμφιβληστροειδούς και στη δυσλειτουργία της ωχράς και επομένως σε απώλεια όρασης. Επειδή η απώλεια όρασης είναι βαθμιαία πρέπει να γίνεται τακτικός έλεγχος της όρασης και από τον ασθενή τον ίδιο, αλλά και από τον οφθαλμίατρο. Στα προχωρημένα στάδια αυτού του τύπου υπάρχει εκτεταμένη ατροφία των στρωμάτων του αμφιβληστροειδούς, αλλά και του υποκείμενου χιτώνα του χοριοειδούς.
Η υγρή μορφή
Περίπου 10% των ανθρώπων με εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, έχουν την υγρή μορφή, που μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερες και σοβαρότερες αλλοιώσεις της κεντρικής, λεπτομερούς όρασης από την ξηρή μορφή.
Χαρακτηριστικό της η δημιουργία μη φυσιολογικών νεοαγγείων κάτω από τον αμφιβληστροειδή (που καλείται χοριοειδική νεοαγγείωση). Από αυτά τα νεοαγγεία διαρρέουν υγρό και αίμα, θολώνοντας και παραμορφώνοντας την κεντρική όραση. Επομένως η απώλεια της όρασης μπορεί να είναι αιφνίδια και πιο εκσεσημασμένη από την ξηρή μορφή. Αν κάποιος ασθενής έχει υγρού τύπου εκφύλισης της ωχράς κηλίδας στο ένα μάτι, υπάρχει κίνδυνος ότι το ίδιο θα συμβεί και στο άλλο μάτι.
Υπάρχει θεραπεία για την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας;
Μέχρι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της ξηρής μορφής. Ειδικά συμπληρώματα που περιέχουν βιταμίνη C, βιταμίνη E, Λουτεΐνη και Ζεαξανθίνη μαζί με ψευδάργυρο βρέθηκε σε μελέτες ότι μείωσαν τον κίνδυνο μετάπτωσης της εκφύλισης της ωχράς σε πιο προχωρημένο στάδιο, στο 25% των ασθενών.
Σε ό,τι αφορά την υγρή μορφή, όσο νωρίτερα διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες διατήρησης κάποιας ή αρκετής κεντρικής όρασης. Γι’αυτό και είναι μείζονος σημασίας ο τακτικός έλεγχος και από τον ίδιο τον ασθενή, αλλά και από τον οφθαλμίατρο. Η θεραπεία που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα είναι η ενδοϋαλοειδική έγχυση αντι-αγγειογενετικών παραγόντων (anti-VEGF) όπως το Ranibizumab (Lucentis) και το afliberept (EYLEA), που στόχο έχουν να ελαττώσουν την αύξηση των ανώμαλων νεοαγγείων, μειώνουν τη διαρροή από αυτά και άρα την ελάττωση της όρασης. Η έγχυση γίνεται μετά από ενστάλλαξη αναισθητικών σταγόνων και επαναλαμβάνεται με βάση συγκεκριμένα πρωτόκολλα. Κάποιες φορές ο οφθαλμίατρος μπορεί να κρίνει είτε την αλλαγή θεραπείας από ένα anti-VEGF σε έναν άλλο ή και το συνδυασμό θεραπειών όπως με τη φωτοδυναμική.
Πώς μπορώ να κάνω αυτοεξέταση;
Χρησιμοποιώντας ένα πινακάκι που το προμηθεύεστε από τον οφθαλμίατρό σας, το λεγόμενο Amsler-Grid. Φορώντας τα γυαλιά κοντινής οράσεως, πρέπει να το κρατάτε σε καλό φωτισμό στα 35 περίπου cm. Καλύψτε το αριστερό μάτι και κοιτάξτε στην κεντρική κηλίδα και στις γραμμές με το δεξί. Αν υπάρχουν περιοχές παραμορφωμένες, θολές ή σκοτεινές τότε πρέπει να ειδοποιήσετε απευθείας τον οφθαλμίατρό σας. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται και για το άλλο μάτι.
Τι μπορώ να κάνω για να αποφύγω την εκδήλωση προχωρημένης νόσου ή για να βελτιώσω την πρόγνωσή της ήδη υπάρχουσας;
Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας αν και είναι μία κληρονομούμενη νόσος στην εξέλιξή της παίζουν ρόλο και εξωγενείς παράγοντες (περιβάλλον, τρόπος ζωής κ.α.). Η βελτίωση του τρόπου ζωής σας μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης προχωρημένης Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας ή και να βελτιώσει την πρόγνωσή σας, εάν ήδη πάσχετε από τη νόσο.
- Εντάξτε στο διαιτολόγιό σας τα λαχανικά και τα ψάρια.
- Μην καπνίζετε
- Διατηρήστε το βάρος
- Κάντε άσκηση
- Ρυθμίστε την αρτηριακή σας πίεση και τα επίπεδα χοληστερόλης
- Επισκεφθείτε τον οφθαλμίατρό σας σε οποιαδήποτε μεταβολή της όρασής σας
Τι είναι η Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια;
Είναι η σοβαρότερη επιπλοκή του Σαχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) στο μάτι. Είναι η αιτία για το 20% της σοβαρής ελάττωσης της όρασης μεταξύ των ηλικιών 20 και 74 ετών. Οφείλεται στην προσβολή των μικρών και τριχοειδών αγγείων του αμφιβληστροειδούς (πίσω τμήμα οφθαλμού). Εμφανίζεται στο 50 % των ασθενών που πάσχουν από ΣΔ πάνω από 15 χρόνια. Σε ένα ποσοστό 40% προσβάλλει την ωχρά κηλίδα (το κέντρο της όρασης) και αυτό είναι η βασική αιτία ελάττωσης της οπτικής οξύτητας.
Πότε πρέπει ένας διαβητικός ασθενής να υποβάλλεται σε οφθαλμολογικό έλεγχο;
Ένας ασθενής με ΣΔ τύπου Ι πρέπει να υποβάλλεται σε πλήρη οφθαλμολογική εξέταση (με βυθοσκόπηση με μυδρίαση) εντός 5ετίας από τη στιγμή που πρωτοδιαγιγνώσκεται και στη συνέχεια ετησίως. Ένας ασθενής με ΣΔ τύπου ΙΙ πρέπει να υποβάλλεται σε πλήρη οφθαλμολογική εξέταση όταν διαγιγνώσκεται και μετά ετησίως. Τέλος όσον αφορά την εγκυμοσύνη πρέπει όλες οι γυναίκες με ΣΔ να εξετάζονται οφθαλμολογικώς προ αυτής, στη συνέχεια στο 1ο τρίμηνό της και ακολούθως ανάλογα με τη βαρύτητα της αμφιβληστροειδοπάθειας.
Ποιες είναι οι εξετάσεις στις οποίες πρέπει να υποβάλλεται κάθε διαβητικός ασθενής;
- Έλεγχος της οπτικής οξύτητας
- Εξέταση προσθίου και οπισθίου ημιμορίου του ματιού στη λυχνία
- OCT (οπτική τομογραφία συνοχής)
- Φλουοροαγγειογραφία
- Έγχρωμη φωτογραφία αμφιβληστροειδούς
- Ενίοτε και σε υπέρηχο οπισθίου ημιμορίου
Σημείωση: Το πόσο συχνά πρέπει να πραγματοποιούνται οι παρακλινικές εξετάσεις (OCT, φλουοροαγγειογραφία κ.λ.π.) είναι κάτι που κρίνει ο οφθαλμίατρος αναλόγα με τη βαρύτητα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας κατά την ετήσια βυθοσκόπηση.
Υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια;
- Η εξέλιξη της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας σε ασθενείς με ΣΔ τύπου Ι μπορεί να καθυστερήσει όταν βελτιστοποιείται η HbA1c (γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη), δηλαδή με καλή ρύθμιση του σακχάρου του αίματος.
- Στο ΣΔ τύπου ΙΙ είναι απαραίτητος ο έλεγχος του σακχάρου του αίματος, των λιπιδίων και της αρτηριακής πίεσης.
Υπάρχει θεραπεία για τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια;
Η θεραπεία με βάση τα σύγχρονα πρωτόκολλα για τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια μπορεί να είναι μέχρι και 90% αποτελεσματική στη αποτροπή της σοβαρής ελάττωσης της όρασης. Μέχρι πριν από κάποια χρόνια η θεραπεία για τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια ήταν μόνο το laser. Πλέον στη φαρέτρα του οφθαλμιάτρου έχουν μπει κάποια καινούρια φάρμακα, οι λεγόμενοι αντι-αγγειογενετικοί παράγοντες, που χορηγούνται με ενδοϋαλοειδική έγχυση (ένεση στον οφθαλμό με πολλή μικρή βελόνα), που είναι ανώδυνη και εξαιρετικά αποτελεσματική.
Μπορεί ένας ασθενής να απαλλαγεί από τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια;
Ο Σακχαρώδης διαβήτης είναι μία συστηματική νόσος η οποία με βάση τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί να εκριζωθεί από τον οργανισμό. Επομένως όσο υφίσταται η νόσος υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών αυτής. Ωστόσο η τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου, μπορεί να αποτρέψει από τις σοβαρές επιπλοκές του ΣΔ. Επομένως η αποφυγή της παχυσαρκίας, η ένταξη της άσκησης στην καθημερινότητα, η σωστή διατροφή, η διακοπή του καπνίσματος και η ρύθμιση των λιπιδίων του αίματος και της αρτηριακής πίεσης σε συνδυασμό με καλή γλυκαιμική ρύθμιση, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στην αποφυγή των σοβαρότερων επιπλοκών της νόσου. Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί ότι ο ετήσιος ή και συχνότερος όταν απαιτηθεί, οφθαλμολογικός έλεγχος είναι η βάση για την αποτροπή σοβαρών προβλημάτων στα μάτια.
Τι είναι το γλαύκωμα;
Ο όρος γλαύκωμα αναφέρεται σε μία ομάδα νόσων που έχουν ως κοινό παρανομαστή τη βλάβη του οπτικού νεύρου, η οποία προκαλεί την απώλεια όρασης. Αν και η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση είναι ένα από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για τη βλάβη του οπτικού νεύρου, δεν είναι παρούσα σε όλους τους τύπους γλαυκώματος.
Πώς αντιλαμβάνεται ένας ασθενής ότι έχει γλαύκωμα;
Δυστυχώς το γλαύκωμα εκτός από την περίπτωση του οξέος γλαυκώματος κλειστής γωνίας, που είναι εξαιρετικά επώδυνο (πονοκέφαλος πάνω από την πλευρά του πάσχοντος ματιού, ερυθρότητα και θολή όραση) και άρα αντιληπτό από τον ασθενή, δεν δίνει κανένα σύμπτωμα παρά μόνο όταν έχει ήδη χαθεί μεγάλο τμήμα των οπτικών πεδίων. Επομένως είναι απαραίτητος ο έλεγχος από τον οφθαλμίατρο.
Πόση είναι η φυσιολογική πίεση στο μάτι;
Οι φυσιολογικές τιμές κυμαίνονται από περίπου 10 mm Hg έως περίπου 20 mm Hg. Στην πραγματικότητα η ενδοφθάλμια πίεση που είναι «ασφαλής» για τα οπτικά νεύρα του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετική . Έτσι λοιπόν μία πίεση 18 mm Hg μπορεί να προκαλεί βλάβη σε κάποια μάτια, ενώ άλλα μάτια μπορούν να αντέξουν ενδοφθάλμιες πιέσεις μέχρι και 30 mm Hg. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το γλαύκωμα είναι πολυπαραγοντική νόσος και η επιρρέπεια του κάθε ανθρώπου στη γλαυκωματική βλάβη είναι διαφορετική. Γι’αυτό είναι απαραίτητη η πλήρης μελέτη από τον οφθαλμίατρο.
Είναι το γλαύκωμα κληρονομικό;
Ναι κάποιοι τύποι γλαυκώματος έχουν γενετική βάση. Η επίπτωση του γλαυκώματος, της μεγάλης κοίλανσης του οπτικού νεύρου (βλάβη που προκαλείται από το γλαύκωμα) καθώς και η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση είναι πολύ υψηλότερη στα αδέλφια, και στα παιδιά ασθενών με γλαύκωμα από ότι στο γενικό πληθυσμό. Επομένως είναι απαραίτητη η οφθαλμολογική εξέταση των ατόμων με οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος από μικρή ηλικία (35 ετών).
Τι περιλαμβάνει η μελέτη γλαυκώματος;
- Πλήρης λήψη οφθαλμολογικού, ατομικού αναμνηστικού, οικογενειακού και κοινωνικού ιστορικού (συνήθειες, αλκοόλ, κάπνισμα)
- Πλήρης οφθαλμολογική εξέταση*
- Γωνιοσκοπία (απαραίτητο διαγνωστικό εργαλείο και εξεταστική μέθοδος για να καταγραφούν οι δομές του προσθίου θαλάμου και της γωνίας του οφθαλμού)
Όταν από τις ανωτέρω εξετάσεις τεθεί η υποψία γλαυκώματος τότε απαιτούνται και περαιτέρω παρακλινικές εξετάσεις:
- Οπτικά πεδία (υπάρχουν χαρακτηριστικές βλάβες των οπτικών πεδίων στο γλαύκωμα)
- Παχυμετρία
- Οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) με ανάλυση του πάχους των νευρικών ινών (RNFL)
- HRT (τρισδιάστατη, υψηλής ανάλυσης απεικόνιση του οπτικού νεύρου)
Σημείωση: Η συνεκτίμηση όλων των αποτελεσμάτων από τον οφθαλμίατρο είναι απαραίτητη για την απόφαση φαρμακευτικής ή άλλης παρέμβασης και για τη μελλοντική συχνότητα επανεξέτασης.
Πώς αντιμετωπίζεται το γλαύκωμα;
Το γλαύκωμα αντιμετωπίζεται με διάφορους φαρμακευτικούς παράγοντες είτε ως μεμονωμένη θεραπεία είτε σε συνδυασμό. Είναι σε μορφή κολλυρίων και ενσταλάζονται αναλόγως του είδους από 1 μέχρι 3 φορές την ημέρα στο πάσχον μάτι. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί η χορήγηση αγωγής από το στόμα σε μορφή χαπιών. Όταν το γλαύκωμα δεν ρυθμίζεται με τα ανωτέρω φάρμακα ή η χορήγηση πολλών φαρμάκων καταστρατηγεί την ποιότητα ζωής του ασθενούς, τότε ο οφθαλμίατρος μπορεί να προτείνει λύσεις όπως το SLT laser, που ελαττώνει την ενδοφθάλμια πίεση ή και χειρουργική επέμβαση (τραμπεκουλεκτομή, ένθεση βαλβίδας κ.α.). Στην περίπτωση οξέως γλαυκώματος κλειστής γωνίας η αντιμετώπιση είναι διαφορετική και περιλαμβάνει κυρίως YAG laser ιριδοτομή και ιριδοπλαστική (αναλόγως της περίπτωσης).
Το γλαύκωμα οδηγεί σε τύφλωση;
Σπάνια ένα γλαύκωμα καταλήγει σε πλήρη απώλεια της όρασης όταν αντιμετωπιστεί σωστά. Ωστόσο ο τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος και η απόλυτη πειθαρχία στην αγωγή που έχει συστηθεί από τον οφθαλμίατρο είναι απαραίτητα για τη διατήρηση της καλής οφθαλμικής λειτουργίας. Αν το γλαύκωμα αφεθεί χωρίς αγωγή τότε μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση.
Τι είναι η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια;
Είναι γνωστή και ως οφθαλμοπάθεια Graves ή δυσθυρεοειδική οφθαλμοπάθεια. Το 90% των ασθενών με θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια πάσχουν από υπερθυρεοειδισμό Graves, 1% έχουν πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό, 3% έχουν θυρεοειδίτιδα Hashimoto και ένα 6% είναι ευθυρεοειδικοί (δεν πάσχει ο θυρεοειδής). Στο 20% των ασθενών η διάγνωση της δυσλειτουργίας του θυρεοειδή και της οφθαλμοπάθειας γίνονται ταυτόχρονα. Στο 60% η οφθαλμοπάθεια παρουσιάζεται εντός ενός έτους από την εμφάνιση της θυρεοειδικής δυσλειτουργίας. Πρόκειται για μία αυτοάνοση διαταραχή και τα κλινικά της σημεία είναι χαρακτηριστικά και περιλαμβάνουν:
- ανάσπαση των βλεφάρων («τρομαγμένη όψη»)
- λαγόφθαλμο (τα βλέφαρα δεν κλείνουν απόλυτα)
- πρόπτωση- εξώφθαλμος (προεξέχει ο βολβός)
- περιοριστική μυοπάθεια (περιορισμός κινήσεων ματιών λόγω φλεγμονής των οφθαλμικών μυών)
- οπτική νευροπάθεια (βλάβη στο οπτικό νεύρο από συμπίεση και επομένως ελάττωση της όρασης)
- αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης
- υπεραιμία επιπεφυκότων (κόκκινα μάτια) και
- οίδημα-ερυθρότητα των βλεφάρων
- σε ένα 40% θα παρουσιαστεί διπλωπία
Η πορεία της θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας δεν ακολουθεί πάντα τη λειτουργία του θυρεοειδούς, δηλαδή μπορεί η θυρεοειδική λειτουργία να έχει ρυθμιστεί με φαρμακευτική αγωγή και παρόλ’αυτά να παρουσιαστεί θυρεοειδική οφθαμοπάθεια. Είναι μία διαταραχή που έχει υψηλότερη επίπτωση στις γυναίκες και μεταξύ των ηλικιών 45-49 έτη και 65-69 έτη.
Τι πρέπει να κάνετε όταν παρουσιάσετε θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια;
Όταν παρουσιαστούν συμπτώματα όπως τα προαναφερθέντα πρέπει να γίνει άμεσα οφθαλμολογικός έλεγχος και ο οφθαλμίατρος είναι εκείνος που θα παραπέμψει στον ενδοκρινολόγο ώστε κατόπιν συνεργασίας να τεθεί η φαρμακευτική αγωγή. Είναι απαραίτητος ο αιματολογικός έλεγχος (T3, T4, TSH , αντιθυρεοειδικά αντισώματα) και η αξονική ή μαγνητική τομογραφία κόγχων, όπου θα φανεί η προσβολή των εξωφθάλμιων μυών. Η φαρμακευτική αγωγή έχει στόχο να περιοριστεί η αρχική φλεγμονή, αλλά και να αντιμετωπιστούν τα συμπτώματα του ασθενούς όπως η κερατοπάθεια (λόγω της έκθεσης του κερατοειδούς από το λαγόφθαλμο και την πρόπτωση). Οι πιο βαριές περιπτώσεις είναι δυνητικά απειλητικές για την όραση του ασθενούς και για αυτόν το λόγο χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Συνήθως χορηγείται κορτιζόνη ενδοφλεβίως κατά την οξεία φάση.
Υπάρχει θεραπεία για τη θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια;
Ουσιαστικά πρόκειται για μία αυτοπεριοριζόμενη κατάσταση, που κατά μέσο όρο διαρκεί 1 έτος στους μη καπνιστές και μεταξύ 2-3 ετών στους καπνιστές. Σημείωση ότι οι καπνιστές ασθενείς με Graves έχουν 7 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν οφθαλμοπάθεια, ενώ παράλληλα παρουσιάζουν ανθεκτικότητα στη θεραπεία λόγω καπνίσματος.
Μετά την αρχική οξεία φάση, η νόσος συνήθως μπαίνει σε λανθάνουσα κατάσταση. Σε ένα 5-10% των ασθενών μπορεί να υπάρξει επανενεργοποίηση της φλεγμονής κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
- Η άναλος δίαιτα και ο ύπνος με κλίση στο κεφάλι βοηθάει στην ελάττωση του οιδήματος των βλεφάρων
- Η διπλωπία αντιμετωπίζεται με πρίσματα που δίνει ο οφθαλμίατρος
- Η διακοπή του καπνίσματος είναι αδιαμφισβήτητα αναγκαία
- Σε περίπτωση κερατοπάθειας, ο οφθαλμίατρος χορηγεί ειδικά κολλύρια και γέλες
- Ο ασθενής πρέπει να πάρει αγωγή για το θυρεοειδή του ώστε να γίνει ευθυρεοειδικός και αν εξακολουθούν τα συμπτώματα να είναι έντονα μπορεί να χρειαστούν επεμβατικές θεραπείες όπως η ραδιοθεραπεία και η χειρουργική αποσυμπίεση.
Σε κάθε περίπτωση ο οφθαλμίατρός σας θα σας συμβουλέψει και θα σας καθοδηγήσει σε συνεργασία με τον ενδοκρινολόγο σας για την καλύτερη αντιμετώπιση του προβλήματός σας.
Αιματολογικά νοσήματα όπως η β-θαλασσαιμία και η δρεπανοκυτταρική αναιμία μπορούν συχνά να οδηγήσουν σε οφθαλμικές επιπλοκές, που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την όραση.
Ποιος μπορεί να πάσχει από θαλασσαιμία ή δρεπανοκυτταρική αναιμία;
Οι θαλασσαιμίες και η δρεπανοκυτταρική αναιμία είναι κληρονομούμενες νόσοι , στις οποίες η αιμοσφαιρίνη- η πρωτεΐνη που μεταφέρει το οξυγόνο του αίματος σε όλο το σώμα- δεν έχει φυσιολογική δομή, τα ερυθρά αιμοσφαίρια έχουν μειωμένη διάρκεια ζωής, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένη αιμόλυση και αναιμία. Για να πάσχει κάποιος από β-θαλασσαιμία ή δρεπανοκυτταρική αναιμία θα πρέπει να πάρει τη μετάλλαξη και από τους δύο του γονείς (δηλαδή πρέπει να φέρουν το γονίδιο και οι δύο γονείς).
Ποιες είναι οι οφθαλμολογικές επιπτώσεις αυτών των νοσημάτων;
Οι αιμοσφαιρινοπάθειες, όπως συνηθίζεται να αποκαλούνται τα αιματολογικά νοσήματα στα οποία η αιμοσφαιρίνη δεν έχει φυσιολογική δομή προκαλούν διάφορες επιπτώσεις στους οφθαλμούς. Κάποιες εξ αυτών είναι οι αγγειοειδείς ταινίες, καταρράκτης, διάχυτη επιθηλιοπάθεια στον αμφιβληστροειδή με ή χωρίς σκοτώματα στα οπτικά πεδία και ελίκωση των αγγείων του αμφιβληστροειδούς.
Οι αγγειοειδείς ταινίες είναι διασπάσεις στη μεμβράνη του Bruch, το εσωτερικό στρώμα του χοριοειδούς χιτώνα του ματιού, που έρχεται σε επαφή με τον αμφιβληστροειδή. Συνήθως παραμένουν ασυμπτωματικές, εκτός και αν βρίσκονται κάτω από την ωχρά κηλίδα (το τμήμα του οφθαλμού που είναι υπεύθυνο για την κεντρική μας όραση) γεγονός που μπορεί να έχει συνέπεια υπαμφιβληστροειδική αιμορραγία και πολλές φορές απορροφάται μόνη της. Άλλη πιθανή επιπλοκή των αγγειοειδών ταινιών είναι η δημιουργία χοριοειδικής νεοαγγείωσης στο σημείο που βρίσκονται (παθολογικά αγγεία που προέρχονται από το χοριοειδή χιτώνα του ματιού), που επίσης καταλήγει σε υπαμφιβληστροειδική αιμορραγία και χρήζει θεραπευτικής αγωγής με αντιαγγειογενετικούς παράγοντες.
Στη δρεπανοκυτταρική αναιμία η μορφολογία των ερυθρών αιμοσφαιρίων σαν δρεπάνι προκαλεί αποφράξεις των αγγείων είτε στο πρόσθιο ημιμόριο του ματιού (ίριδα) είτε στα αγγεία του αμφιβληστροειδούς, γεγονός που οδηγεί σε ισχαιμία και νεοαγγειώσεις (δημιουργία παθολογικών αγγείων) και χρήζει επίσης θεραπευτικής αγωγής.
Πρέπει τέλος να αναφερθεί ότι η θεραπεία που γίνεται στη β-θαλασσαιμία, που ουσιαστικά στόχο έχει να ελαττώσει την αναιμία είναι οι μεταγγίσεις αίματος. Αυτό όμως οδηγεί σε αυξημένο φορτίου σιδήρου (που εναποτίθεται σε όλους τους ιστούς του σώματο, προκαλώντας πολυοργανική ανεπάρκεια αν δεν αντιμετωπιστεί) και κατά συνέπεια είναι απαραίτητη η θεραπεία αποσιδήρωσης.
Η Δεσφερριοξαμίνη είναι η θεραπεία εκλογής για την αιμοσιδήρωση αν και όσο εξελίσσεται η επιστήμη παρασκευάζονται και άλλοι φαρμακευτικοί παράγοντες αποσιδήρωσης.
Η ίδια η Δεσφερριοξαμίνη αλλά και η Δεσφερριπρόνη (φάρμακο αποσιδήρωσης) έχουν τοξικότητα και προκαλούν αμφιβληστροειδοπάθεια. Οι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν ελάττωση της οπτικής τους οξύτητας, διαταραχές στην αντίληψη των χρωμάτων, σκοτώματα στο οπτικό τους πεδίο (απώλεια κάποιων “pixel” από τα οπτικά πεδία), νυκταλωπία (ελάττωση της όρασης τη νύχτα), φωτοψίες (λάμψεις) και μεταμορφοψία (παραμόρφωση της εικόνας που βλέπουν). Τα ευρήματα που φαίνονται βυθοσκοπικά μπορεί να είναι διαταραχές στο μελάγχρουν επιθήλιο, αλλαγές στην φυσιολογική ανακλαστικότητα του αμφιβληστροειδούς, εκφυλιστικές αλλοιώσεις στην ωχρά ή περιωχρικά, στο οπτικό νεύρο ή γύρω από αυτό, εκφυλιστικές αλλοιώσεις στην περιφέρεια του αμφιβληστροειδούς, οίδημα στην οπτική θηλή, ατροφία του οπτικού νεύρου ή συνδυασμό των προηγουμένων.
Ποιες εξετάσεις βοηθούν στη διάγνωση των ανωτέρω αλλοιώσεων στον αμφιβληστροειδή;
Πρώτα από όλα πρέπει να γίνεται τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος από το θεράποντα οφθαλμίατρο, που θα καταδείξει τις όποιες τυχόν αλλοιώσεις ακόμα και σε αρχόμενο στάδιο. Επιπρόσθετα στη βυθοσκόπηση, η φλουοροαγγειογραφία και το OCT (οπτική τομογραφία συνοχής) σε συνδυασμό με τον αυτοφθορισμό μπορούν να δώσουν αρκετές πληροφορίες για τη βαρύτητα των αλλοιώσεων. Το Ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφημα (ΗΑΓ) και το Ηλεκτροοφθαλμογράφημα (ΗΟΓ) μπορούν επίσης να δείξουν δυσλειτουργία στο οπτικό σύστημα όταν οι αλλοιώσεις είναι εκτεταμένες. Όλες οι εξετάσεις σκοπό έχουν να ανακαλύψουν επιδείνωση της αμφιβληστροειδοπάθειας, γεγονός το οποίο μπορεί να καταστήσει τη διακοπή της θεραπείας αποσιδήρωσης αναγκαία. Στις μέρες μας προστίθεται στη φαρέτρα των αιματολόγων και άλλοι παράγοντες αποσιδήρωσης , με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες
Τα οφθαλμολογικά ευρήματα ποικίλλουν και στη β-θαλασσαιμία οφείλονται κυρίως στη βαρύτητα της νόσου. Η ελάττωση του σιδήρου στον ορρό του αίματος με παράγοντες αποσιδήρωσης και ο τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος μπορούν να αποτρέψουν από την εμφάνιση σοβαρών οφθαλμολογικών εκδηλώσεων.